- πριόν
- το, Ν(μικρβλ.) ο μικρότερος γνωστός μέχρι σήμερα μολυσματικός παράγοντας, που έχει μέγεθος μικρότερο από το μέγεθος τών ιών, είναι μοναδικής σύστασης και φαίνεται να αποτελείται αποκλειστικά από πρωτεΐνη.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πρῖον — πρίω pres part act masc voc sg πρίω pres part act neut nom/voc/acc sg πρίω imperf ind act 3rd pl (homeric ionic) πρίω imperf ind act 1st sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πρίον' — πρίονα , πρίων 1 saw masc acc sg πρίονι , πρίων 1 saw masc dat sg πρίονε , πρίων 1 saw masc nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Категория — (от греческого слова κατηγορέω, обвиняю) логический и метафизический термин, введенный Аристотелем, ныне употребляемый в значении, данном Кантом: К. априорное понятие рассудка, условие возможности мышления. В индийской философии, в системе… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
καστιγαρίζω — (Μ) τιμωρώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. castigare «τιμωρώ» + κατάλ. ίζω (πρβλ. πριον ίζω, ραπ ίζω)] … Dictionary of Greek
ρινίδι — το, Ν ρίνισμα, απόξεσμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ρίνη + κατάλ. ίδι (πρβλ. πριον ίδι: πριόνι)] … Dictionary of Greek
τουφεκίδι — το, Ν ανταλλαγή πυροβολισμών με τουφέκια. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουφέκι + κατάλ. ίδι (πρβλ. πριον ίδι)] … Dictionary of Greek
τσακίδια — τα, Ν 1. μέρος όπου μπορεί κανείς να γκρεμιστεί 2. φρ. «σύρε [ή άει ή άμε] στα τσακίδια» φύγε να μην σέ βλέπω, εξαφανίσου. [ΕΤΥΜΟΛ. < τσακίζω + κατάλ. ίδια (πρβλ. πριον ίδια)] … Dictionary of Greek
ՊՐԻՈՆ — ( ) NBH 2 0666 Chronological Sequence: Early classical գ. Բառ յն. յորմէ եւ յոքն. պրիոնէ. πρίον, οναι serra, rae. որ եւ ՊՐԻՍՏԷ. Սղոց, որպէս սղոցաձուկ. ... *Քսիւփիէ, պրիոնէ, եւ շնջրիք. Վեցօր. ՟Է … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
prionodont — dänt adjective Etymology: prion + odont : having a sawlike row of many simple and similar teeth * * * prionodont, a. (n.) Zool. (praɪˈɒnəʊdɒnt) [f. mod.L. Prionodon, or f. Gr. πρίων, πριον a saw + ὀδούς a tooth: see priodont.] Having teeth… … Useful english dictionary